Ευρωπαϊκή Ένωση και Ενέργεια-Η Πορεία προς το 2050 Αθήνα: Historical Quest (2017)

Παρακαλώ λάβετε υπόψη σας ότι το βιβλίο αυτό δεν κυκλοφορεί πλέον στην αγορά λόγω οριστικής λήξης συνεργασίας μεταξύ του Δρ. Ιωάννη Βασιλείου και του εκδοτικού οίκου Historical Quest.

Η ενεργειακή απόδοση, το ενεργειακό κόστος, τα προβλήματα του εφοδιασμού, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η βέλτιστη αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελούν τους κυριότερους παράγοντες για μια ορθολογική ενεργειακή πολιτική από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνάμα την αφετηρία για τη χάραξη συγκεκριμένων στόχων, προς ένα ασφαλέστερο και ανταγωνιστικότερο ενεργειακό σύστημα.

Στο βιβλίο αυτό εξετάζεται λεπτομερώς ολόκληρος ο μηχανισμός της ενεργειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναλύονται κριτικά τα όργανα, οι επιτροπές και οι οργανισμοί που εμπλέκονται σ’ αυτήν, περιγράφεται η παρούσα κατάσταση και αναφέρεται η μελλοντική στρατηγική, η οποία εκτείνεται μέχρι το 2050. Στόχος είναι η εξαγωγή γόνιμων συμπερασμάτων τόσο για το παρόν, όσο και για το μέλλον του ιδιαιτέρως νευραλγικού ενεργειακού ζητήματος, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση και τη γενικότερη κοινωνικοπολιτική ρευστότητα της εποχής μας.

Το ενεργειακό ζήτημα θεωρείται ζωτικής σημασίας για ολόκληρη την ΕΕ, οπότε η χάραξη μιας λειτουργικής ενεργειακής στρατηγικής καθίσταται απολύτως απαραίτητη. Η Ένωση το γνωρίζει και έχει υλοποιήσει μια αποτελεσματική πολιτική, η οποία ασκείται μέσω ενός πολυσύνθετου φάσματος οργάνων, επιτροπών και οργανισμών. Ο ενεργειακός τομέας ανέκαθεν αποτελούσε μείζον θέμα για την Ευρώπη, αλλά οι συστηματικοποιημένες προσπάθειες για βαθύτερη συνεργασία, ξεκίνησαν μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Έκτοτε, οι πολιτικές της ΕΕ αναπροσαρμόζονται καταλλήλως, ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις κάθε εποχής.

Στο βιβλίο αυτό, επισημαίνονται οι ενεργειακές προκλήσεις τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει η Ένωση για ένα πιο αισιόδοξο μέλλον, αλλά και οι ήδη επιτευχθέντες στόχοι. Το ενεργειακό ζήτημα απασχολεί ολόκληρη την υφήλιο, οπότε οι εκάστοτε επιτυχίες της ΕΕ έχουν θετικό αντίκτυπο σε παγκόσμια κλίμακα.

Με μια ρεαλιστική ματιά, διαπιστώνεται ότι η Ένωση εν μέσω α) έντονης και παρατεταμένης οικονομικής αστάθειας, β) συνεχών απειλών τρομοκρατικών ενεργειών εντός του εδάφους της, γ) ενόπλων συγκρούσεων στα γειτονικά της σύνορα και δ) αποσταθεροποιητικών παραγόντων και τάσεων σε Ουκρανία, Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή, καλείται να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο, όσον αφορά τη χάραξη και άσκηση μιας ορθολογικής ενεργειακής πολιτικής.

Επιδιώξεις της μελέτης αυτής καθίστανται α) η ερμηνεία της χρησιμότητας της ενέργειας και της σπουδαιότητας μιας κατάλληλης (με γνώμονα πάντοτε τα υπάρχοντα προβλήματα) ενεργειακής πολιτικής, β) η κριτική εμβάθυνση της διαδικασίας άσκησής της και γ) η εξέταση του μελλοντικού σχεδιασμού, ο οποίος εκτείνεται μέχρι το 2050.

Πέραν της εισαγωγής, το βιβλίο αποτελείται από έξι επιπλέον κεφάλαια. Στο Κεφάλαιο 2, πραγματοποιείται αναφορά στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) και στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ ή Ευρατόμ), οι οποίες υπήρξαν πρωτοπόροι όσον αφορά όχι μόνο την ενεργειακή πολιτική της Ένωσης, αλλά και την προσπάθεια ν’ αποτελέσουν αφετηρία για το όνειρο της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης.

Ας μη ξεχνάμε πως λίγα χρόνια νωρίτερα, η Ευρώπη είχε εξέλθει ισοπεδωμένη και καταρρακωμένη από τις στάχτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και παντού υπήρχε έντονο κλίμα αβεβαιότητας και επιφύλαξης σχετικά με τη διατήρηση της ειρήνης και με το κατά πόσο θα ήταν εφικτή η συνεργασία των περισσότερων κρατών με την πρώην «θανάσιμη εχθρό» και στους δυο παγκοσμίους πολέμους, Δυτική (πλέον) Γερμανία.

Μπορεί βέβαια η μεταπολεμική Δυτική Γερμανία να μην είχε καμία σχέση μ’ αυτήν του πολέμου, αλλά οι μνήμες των νεκρών και των ερειπίων ήταν ακόμα νωπές. Αναμενόμενα, ιδιαίτερη ανησυχία υπήρχε στα πλαίσια των Γαλλογερμανικών σχέσεων και το αν θα μπορούσαν ποτέ αυτές οι δυο χώρες, με το αιματοβαμμένο παρελθόν που τις χώριζε, να συνεργαστούν αρμονικά.

Από την εποχή της ίδρυσης της Ευρατόμ, υπογραμμιζόταν αδιάλειπτα ότι το πεδίο της περιορίζεται στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, αυστηρά και μόνο για ειρηνική χρήση. Η συγκεκριμένη διακήρυξη σκιαγραφούσε με τον πλέον γλαφυρό τρόπο την αγωνιώδη κατάσταση εκείνης της εποχής, σε συνδυασμό με μια σχετική έλλειψη εμπιστοσύνης όσον αφορά την πιθανή χρήση της πυρηνικής ενέργειας από κάποια χώρα για στρατιωτικούς σκοπούς. Η σκέψη ενός νέου πολέμου με βελτιωμένης τεχνολογίας οπλικά συστήματα, προξενούσε πανικό.

Παράλληλα, στο Κεφάλαιο 2, αναφέρεται το γεγονός ότι από πολιτικής απόψεως, τα Χριστιανοδημοκρατικά κόμματα ήταν εκείνα τα οποία κυρίως στήριξαν τις προσπάθειες για την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση και την εγκαθίδρυση της ΕΚΑΧ, ενώ επισημαίνεται και η αρχική «αρνητικότητα» της Μεγάλης Βρετανίας, τόσο για το σχέδιο Σουμάν για την ΕΚΑΧ, όσο και για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση εν γένει. Η Συνθήκη ΕΚΑΧ, όπως προβλεπόταν έληξε το 2002, ενώ η Ευρατόμ εξακολουθεί να υφίσταται.

Στο Κεφάλαιο 3, διαφαίνεται «Η Σημασία μιας Ορθολογικής Ενεργειακής Πολιτικής για την Ευρωπαϊκή Ένωση», μ’ έμφαση στους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους της ΕΕ για τα τρέχοντα και αρκούντως φλέγοντα προβλήματα, όπως ο εφοδιασμός, η κλιματική αλλαγή, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, η ενεργειακή απόδοση, το ενεργειακό κόστος και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η αντιμετώπιση των ανωτέρω ζητημάτων καθίσταται άμεση, αλλά και αρκετά δυσχερής, λόγω του γενικότερου κλίματος αστάθειας σε παγκόσμια κλίμακα.

Στο Κεφάλαιο 4, αναφέρονται τα «Κύρια Όργανα και Επιτροπές που Καθορίζουν την Ενεργειακή Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης», τα οποία είναι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η Επιτροπή των Περιφερειών και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Επισημαίνεται ο εξειδικευμένος ρόλος που διαδραματίζουν α) το Τμήμα «Μεταφορές, Ενέργεια, Υποδομές και Κοινωνία των Πληροφοριών» της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και β) η Επιτροπή «Περιβάλλον, Κλιματική Αλλαγή και Ενέργεια» της Επιτροπής των Περιφερειών.

Η πολυπλοκότητα του ανωτέρω φάσματος είναι δεδομένη, αλλά ο συγγραφέας έχει πραγματοποιήσει προσπάθεια να συνοψίσει τις κυριότερες αρμοδιότητες, δίχως να κουράσει ή να περιπλέξει τον αναγνώστη.

Το Κεφάλαιο 5, έχει τίτλο «Οι Βασικοί Οργανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα Πλαίσια της Ενεργειακής Πολιτικής και ο Στόχος του ITER» και επιδίωξη την ενδελεχή ανάλυση α) του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, β) του Οργανισμού Εφοδιασμού της Ευρατόμ, γ) της «Σύντηξης για Ενέργεια», δ) του Εκτελεστικού Οργανισμού για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, ε) του Εκτελεστικού Οργανισμού Καινοτομίας και Δικτύων και στ) της Κοινής Επιχείρησης «Κυψέλες Καυσίμου και Υδρογόνο 2».

Στο κεφάλαιο αυτό, έμφαση δίνεται στην κριτική εξέταση της «Σύντηξης για Ενέργεια», σε συνδυασμό με την επεξήγηση των καίριων πρωτοβουλιών ITER (International Thermonuclear Experimental Reactor-Διεθνής Θερμοπυρηνικός Πειραματικός Αντιδραστήρας, που στα Λατινικά σημαίνει και «δρόμος») και JET (Joint European Torus-Κοινός Ευρωπαϊκός Δακτύλιος Πλάσματος). Σκοπός είναι η αποσαφήνιση του πως η ενέργεια από σύντηξη δύναται να συμβάλλει σ’ αποδοτικότερη μελλοντική ενεργειακή πολιτική, χωρίς φυσικά ούτε στο ελάχιστο τούτο να σημαίνει ότι η πολιτική που ασκείται επί του παρόντος θεωρείται αναποτελεσματική ή ελλιπής.

Η πρωτοβουλία για τον ITER αποτελεί μια από τις κυριότερες ελπίδες για το ενεργειακό μέλλον και γι’ αυτό ακριβώς προβαίνουμε σε τεχνική ανάλυση. Πρώτιστο μέλημα του συγγραφέα αποτελεί η πλήρης κατανόηση της πολυπλοκότητας του σχεδίου, αλλά και της σπουδαιότητάς του. Δεν εισχωρούμε σε δυσνόητες λεπτομέρειες, αλλά προσπαθούμε να παράσχουμε μια λεπτομερή περιγραφή, δίχως όμως να παραλείπονται ουσιώδη στοιχεία.

Πέρα από την κατασκευή του αντιδραστήρα, χρήζει προσοχής η παράμετρος ότι το συνολικό κόστος του ακόμα δεν έχει υπολογιστεί με ακρίβεια και οι προσπάθειες υπολογισμού καθίστανται προβληματικές. Ο συγγραφέας έχει συλλέξει πληροφορίες σχετικά με το που περίπου προβλέπεται ότι θα κυμανθεί το κόστος. Τα νούμερα αυτά όμως είναι πολύ πιθανό να μεταβληθούν στο μέλλον. Ο συγγραφέας τα παραθέτει αποκλειστικά και μόνο για να ενημερώσει τον αναγνώστη σε γενικές γραμμές, λαμβάνοντας υπόψη εκτιμήσεις από έγκυρα ειδησεογραφικά πρακτορεία.

Στο Κεφάλαιο 6, το οποίο τιτλοφορείται «Με το Βλέμμα στο Μέλλον: Ο Ενεργειακός Χάρτης Πορείας για το 2050», εξετάζονται οι μελλοντικές προοπτικές και ο ενδεχόμενος μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος, για την αμεσότερη δυνατή αντιμετώπιση των διαρκώς αυξανόμενων προκλήσεων. Η ανάλυση του Ενεργειακού Χάρτης Πορείας, οδηγεί στην παράθεση των δέκα διαρθρωτικών αλλαγών για μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος, αλλά και των δέκα προϋποθέσεων για ένα θετικότερο αύριο.

Τέλος, στο Κεφάλαιο 7, εξάγονται οι κυριότερες «Συμπερασματικές Παρατηρήσεις» σχετικά με προοπτικές, επιδιώξεις και ήδη επιτευχθέντες στόχους της ΕΕ. Μέσω των συμπερασμάτων και της βιβλιογραφίας, αισιοδοξούμε ότι παρέχουμε το έρεισμα στον αναγνώστη να συνεχίσει τη μελέτη, προσαρμόζοντάς την κατάλληλα στις συνεχώς μεταβαλλόμενες εξελίξεις.

Το βιβλίο αυτό έχει λάβει θετικές κριτικές από το Bulletin Quotidien Europe και πιο συγκεκριμένα από την «European Library».

Από κάτω μπορείτε να διαβάσετε τις κριτικές για το βιβλίο (Agence Europe S.A.-Bulletin Quotidien Europe-European Library No. 11783/1181, Tuesday 9 May 2017).

Το βιβλίο αυτό έχει γίνει δεκτό από την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος και τη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.

Βιβλία του Ιωάννη Βασιλείου στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή

Κεφάλαιο 2: Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας

Κεφάλαιο 3: Η Σημασία μιας Ορθολογικής Ενεργειακής Πολιτικής για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Κεφάλαιο 4: Κύρια Όργανα και Επιτροπές που καθορίζουν την Ενεργειακή Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κεφάλαιο 5: Οι Βασικοί Οργανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα πλαίσια της Ενεργειακής Πολιτικής και ο Στόχος του ITER

Κεφάλαιο 6: Με το Βλέμμα στο Μέλλον: Ο Ενεργειακός Χάρτης Πορείας για το 2050

Κεφάλαιο 7: Συμπερασματικές Παρατηρήσεις

Βιβλιογραφία